Έμαθα τι είναι ο "κράκερ"!
Άντε, το μάθαμε κι αυτό. Άλλο «χάκερ», λέει, και άλλο «κράκερ». Το «χάκερ» το ψιλογνώριζα. Ήξερα, δηλαδή, ότι χάκερ (δικτυοπειρατής, κατά τον Μπαμπινιώτη) είναι το μη εξουσιοδοτημένο άτομο, συνήθως ερασιτέχνης και μάλιστα ταλαντούχος, που «παίζει στα δάχτυλα» τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και προσπαθεί (και συχνά το πετυχαίνει) να αποκτήσει παράνομα πρόσβαση στο περιεχόμενο των αρχείων υπολογιστή, σπάζοντας τους κωδικούς ασφαλείας. Προέρχεται από την αγγλική λέξη hack που σημαίνει τεμαχίζω. Τον «κράκερ», ομολογώ, δεν τον ήξερα. Το μόνο «κράκερ» που ήξερα είναι το αλμυρό μπισκότο που το τρώμε σαν σνακ (το οποίο, ας σημειωθεί, τιμώ δεόντως).
Τώρα με την υπόθεση του 18χρονου (κατ' άλλους 19χρονου) μαθητή Λυκείου που, µε το ψευδώνυµο «nsplitter», φέρεται ότι έχει σπάσει κωδικούς και «επιτέθηκε», μεταξύ άλλων, και στις ιστοσελίδες της Ιντερπόλ, του FBI, του Αμερικάνικου Πενταγώνου κλπ, έμαθα και τι αλλιώς σημαίνει «κράκερ». «Κράκερ» (cracker), λοιπόν, είναι μη εξουσιοδοτημένο άτομο, επίσης γνώστης των υπολογιστών, που παραβιάζει την ασφάλεια υπολογιστικού συστήματος με κακή όμως πρόθεση. Αντίθετα με το «χάκερ», που συνήθως δεν έχει κακόβουλους στόχους, αλλά διεισδύει σε υπολογιστικά συστήματα με μοναδικό σκοπό να τα κατανοήσει πλήρως και να ανακαλύψει τα «κενά» τους, επιδεικνύοντας παράλληλα και μια «μαγκιά» (του στυλ "κοιτάξτε, μπόρεσα και έσπασα τους κωδικούς ασφαλείας σας"), ο «κράκερ» διεισδύει στο σύστημα, με στόχο να το βλάψει με οποιοδήποτε τρόπο. Συγκεκριμένα, καταστρέφει σημαντικά δεδομένα, αποτρέπει την εξυπηρέτηση των νόμιμων χρηστών ή προξενεί σοβαρά προβλήματα στα θύματά του ή ακόμα κλέβει.
Δεν ξέρω αν ο 18χρονος μαθητής είναι «χάκερ» ή «κράκερ» (τείνω μάλλον προς το «χάκερ», λόγω και του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά δεν είμαι σίγουρη). Αυτό που κατάλαβα είναι ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, έχει αποσπάσει τη συμπάθεια τόσο της κοινής γνώμης, όσο και των προανακριτικών και ανακριτικών αρχών. Κάπου μάλιστα διάβασα ότι ενδιαφέρθηκε γι’ αυτόν και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός (λέτε να του ζητήσει να βρει τρόπο, μ’ ένα κλικ, να μειώσει το χρέος?). Δεν ξέρω, βέβαια, αν η συμπάθεια αυτή θα συνεχιστεί, αν αργότερα αποδειχτεί ότι αποσπούσε παράνομα χρήματα από τραπεζικούς λογαριασμούς ανυποψίαστων ανθρώπων ή ότι κατέστρεφε ηλεκτρονικά συστήματα. Απ’ ότι διάβασα, η δικογραφία έχει χωριστεί ως προς το τελευταίο σκέλος της, για το οποίο η Αστυνομία δεν έχει ακόμη τελειώσει την έρευνα της (δηλ. την προανάκριση).
Κάπου πήρε το μάτι μου ότι ο νεαρός μας «χάκερ» (ή "κράκερ") έχει κάποια προβλήματα με το σχολείο, το οποίο μάλιστα φέρεται να έχει εγκαταλείψει τώρα τελευταία. Όλη αυτή η ιστορία μου θύμισε τον Μπιλ Γκέϊτς (Bill Gates), τον ιδρυτή της «Microsoft», ο οποίος επίσης είχε προβλήματα με το σχολείο, λόγω της ενασχόλησης του με τους υπολογιστές. Αυτός, σε ηλικία 13 ετών, ήρθε, για πρώτη φορά, σε επαφή με ηλεκτρονικό υπολογιστή. Στο ιδιωτικό σχολείο, όπου φοιτούσε, μετείχε, μαζί με το φίλο του Πωλ Άλεν (Paul Allen), συνιδρυτή αργότερα της «Microsoft», σ’ ένα πειραματικό πρόγραμμα με ένα υπολογιστή που ανήκε στην εταιρεία Computer Center Corporation. Από την εταιρεία αυτή το σχολείο είχε «ενοικιάσει» ένα πακέτο ωρών χρήσης. Η ενασχόληση όμως των δύο φίλων με τον υπολογιστή, τους δημιούργησε διάφορα προβλήματα στο σχολείο, αφού είτε καθυστερούσαν στα μαθήματα, είτε πήγαιναν αδιάβαστοι, είτε «μαγείρευαν» τις ώρες, ώστε να βρίσκονται όσο το δυνατόν περισσότερο στην αίθουσα των υπολογιστών, καταναλώνοντας μάλιστα μέσα σε λίγες εβδομάδες όλο το ετήσιο πακέτο διαθέσιμων ωρών του σχολείου. Έτσι, το φθινόπωρο του 1968, το σχολείο έρχεται σε συμφωνία με μια άλλη, νέα εταιρεία ηλεκτρονικών υπολογιστών για τους μαθητές. Η αχώριστη παρέα του Μπιλ Γκέιτς και του Πωλ Άλεν, όμως, δεν άργησε να προκαλέσει ένα σωρό προβλήματα στο λογισμικό του υπολογιστή, το οποίο κατάφεραν να το υπερκεράσουν. Δημιούργησαν διάφορα μπλακ – άουτ και μπήκαν στο σύστημα ασφαλείας, όπου άλλαξαν τα στοιχεία και τις ώρες χρήσης του υπολογιστή. Συγκεκριμένα έσβησαν όλα τα αρχεία μαζί με τις ώρες χρήσης και επανέφεραν όλο το πακέτο ωρών στο μηδέν. Όταν τελικά έγιναν αντιληπτοί, πλήρωσαν το ατόπημα τους με μια αποβολή και με μερικές εβδομάδες αποκλεισμού από το σύστημα. Στα τέλη του 1968 ο Γκέϊτς, ο Άλλεν και άλλοι δύο από το γκρουπ των συμμαθητών, οι Ρικ Ουέιλαντ και Κεντ Ίβανς (Ric Weiland και Kent Evans) ιδρύουν μια ομάδα (group) την οποία ονόμασαν "Lakeside Programmers Group". Η ίδια εταιρεία που τους είχε εκδιώξει από το σύστημά της τους προσλαμβάνει στη συνέχεια με αμοιβή, για να εντοπίσουν τις αδυναμίες του λογισμικού της. Ήταν η αρχή μιας φιλόδοξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, που έφτασε στο απόγειο της το 1975 με την ίδρυση της εταιρείας Microsoft. Στη δραστηριότητα αυτή τα όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας ήταν συχνά δυσδιάκριτα.
Ο Μπιλ Γκέιτς τη δεκαετία του 1970, όταν είχε "μπλεξίματα" με τη Δικαιοσύνη (θαυμάστε χαμόγελο)
olatablog.blogspot.com
Έμαθα τι είναι ο "κράκερ"!
Άντε, το μάθαμε κι αυτό. Άλλο «χάκερ», λέει, και άλλο «κράκερ». Το «χάκερ» το ψιλογνώριζα. Ήξερα, δηλαδή, ότι χάκερ (δικτυοπειρατής, κατά τον Μπαμπινιώτη) είναι το μη εξουσιοδοτημένο άτομο, συνήθως ερασιτέχνης και μάλιστα ταλαντούχος, που «παίζει στα δάχτυλα» τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και προσπαθεί (και συχνά το πετυχαίνει) να αποκτήσει παράνομα πρόσβαση στο περιεχόμενο των αρχείων υπολογιστή, σπάζοντας τους κωδικούς ασφαλείας. Προέρχεται από την αγγλική λέξη hack που σημαίνει τεμαχίζω. Τον «κράκερ», ομολογώ, δεν τον ήξερα. Το μόνο «κράκερ» που ήξερα είναι το αλμυρό μπισκότο που το τρώμε σαν σνακ (το οποίο, ας σημειωθεί, τιμώ δεόντως).
Τώρα με την υπόθεση του 18χρονου (κατ' άλλους 19χρονου) μαθητή Λυκείου που, µε το ψευδώνυµο «nsplitter», φέρεται ότι έχει σπάσει κωδικούς και «επιτέθηκε», μεταξύ άλλων, και στις ιστοσελίδες της Ιντερπόλ, του FBI, του Αμερικάνικου Πενταγώνου κλπ, έμαθα και τι αλλιώς σημαίνει «κράκερ». «Κράκερ» (cracker), λοιπόν, είναι μη εξουσιοδοτημένο άτομο, επίσης γνώστης των υπολογιστών, που παραβιάζει την ασφάλεια υπολογιστικού συστήματος με κακή όμως πρόθεση. Αντίθετα με το «χάκερ», που συνήθως δεν έχει κακόβουλους στόχους, αλλά διεισδύει σε υπολογιστικά συστήματα με μοναδικό σκοπό να τα κατανοήσει πλήρως και να ανακαλύψει τα «κενά» τους, επιδεικνύοντας παράλληλα και μια «μαγκιά» (του στυλ "κοιτάξτε, μπόρεσα και έσπασα τους κωδικούς ασφαλείας σας"), ο «κράκερ» διεισδύει στο σύστημα, με στόχο να το βλάψει με οποιοδήποτε τρόπο. Συγκεκριμένα, καταστρέφει σημαντικά δεδομένα, αποτρέπει την εξυπηρέτηση των νόμιμων χρηστών ή προξενεί σοβαρά προβλήματα στα θύματά του ή ακόμα κλέβει.
Δεν ξέρω αν ο 18χρονος μαθητής είναι «χάκερ» ή «κράκερ» (τείνω μάλλον προς το «χάκερ», λόγω και του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά δεν είμαι σίγουρη). Αυτό που κατάλαβα είναι ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, έχει αποσπάσει τη συμπάθεια τόσο της κοινής γνώμης, όσο και των προανακριτικών και ανακριτικών αρχών. Κάπου μάλιστα διάβασα ότι ενδιαφέρθηκε γι’ αυτόν και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός (λέτε να του ζητήσει να βρει τρόπο, μ’ ένα κλικ, να μειώσει το χρέος?). Δεν ξέρω, βέβαια, αν η συμπάθεια αυτή θα συνεχιστεί, αν αργότερα αποδειχτεί ότι αποσπούσε παράνομα χρήματα από τραπεζικούς λογαριασμούς ανυποψίαστων ανθρώπων ή ότι κατέστρεφε ηλεκτρονικά συστήματα. Απ’ ότι διάβασα, η δικογραφία έχει χωριστεί ως προς το τελευταίο σκέλος της, για το οποίο η Αστυνομία δεν έχει ακόμη τελειώσει την έρευνα της (δηλ. την προανάκριση).
Κάπου πήρε το μάτι μου ότι ο νεαρός μας «χάκερ» (ή "κράκερ") έχει κάποια προβλήματα με το σχολείο, το οποίο μάλιστα φέρεται να έχει εγκαταλείψει τώρα τελευταία. Όλη αυτή η ιστορία μου θύμισε τον Μπιλ Γκέϊτς (Bill Gates), τον ιδρυτή της «Microsoft», ο οποίος επίσης είχε προβλήματα με το σχολείο, λόγω της ενασχόλησης του με τους υπολογιστές. Αυτός, σε ηλικία 13 ετών, ήρθε, για πρώτη φορά, σε επαφή με ηλεκτρονικό υπολογιστή. Στο ιδιωτικό σχολείο, όπου φοιτούσε, μετείχε, μαζί με το φίλο του Πωλ Άλεν (Paul Allen), συνιδρυτή αργότερα της «Microsoft», σ’ ένα πειραματικό πρόγραμμα με ένα υπολογιστή που ανήκε στην εταιρεία Computer Center Corporation. Από την εταιρεία αυτή το σχολείο είχε «ενοικιάσει» ένα πακέτο ωρών χρήσης. Η ενασχόληση όμως των δύο φίλων με τον υπολογιστή, τους δημιούργησε διάφορα προβλήματα στο σχολείο, αφού είτε καθυστερούσαν στα μαθήματα, είτε πήγαιναν αδιάβαστοι, είτε «μαγείρευαν» τις ώρες, ώστε να βρίσκονται όσο το δυνατόν περισσότερο στην αίθουσα των υπολογιστών, καταναλώνοντας μάλιστα μέσα σε λίγες εβδομάδες όλο το ετήσιο πακέτο διαθέσιμων ωρών του σχολείου. Έτσι, το φθινόπωρο του 1968, το σχολείο έρχεται σε συμφωνία με μια άλλη, νέα εταιρεία ηλεκτρονικών υπολογιστών για τους μαθητές. Η αχώριστη παρέα του Μπιλ Γκέιτς και του Πωλ Άλεν, όμως, δεν άργησε να προκαλέσει ένα σωρό προβλήματα στο λογισμικό του υπολογιστή, το οποίο κατάφεραν να το υπερκεράσουν. Δημιούργησαν διάφορα μπλακ – άουτ και μπήκαν στο σύστημα ασφαλείας, όπου άλλαξαν τα στοιχεία και τις ώρες χρήσης του υπολογιστή. Συγκεκριμένα έσβησαν όλα τα αρχεία μαζί με τις ώρες χρήσης και επανέφεραν όλο το πακέτο ωρών στο μηδέν. Όταν τελικά έγιναν αντιληπτοί, πλήρωσαν το ατόπημα τους με μια αποβολή και με μερικές εβδομάδες αποκλεισμού από το σύστημα. Στα τέλη του 1968 ο Γκέϊτς, ο Άλλεν και άλλοι δύο από το γκρουπ των συμμαθητών, οι Ρικ Ουέιλαντ και Κεντ Ίβανς (Ric Weiland και Kent Evans) ιδρύουν μια ομάδα (group) την οποία ονόμασαν "Lakeside Programmers Group". Η ίδια εταιρεία που τους είχε εκδιώξει από το σύστημά της τους προσλαμβάνει στη συνέχεια με αμοιβή, για να εντοπίσουν τις αδυναμίες του λογισμικού της. Ήταν η αρχή μιας φιλόδοξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, που έφτασε στο απόγειο της το 1975 με την ίδρυση της εταιρείας Microsoft. Στη δραστηριότητα αυτή τα όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας ήταν συχνά δυσδιάκριτα.
Ο Μπιλ Γκέιτς τη δεκαετία του 1970, όταν είχε "μπλεξίματα" με τη Δικαιοσύνη (θαυμάστε χαμόγελο) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου